Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2011
Ο ιδρώτας του θείου Μανόλη.
Πρέπει να ήταν το 1967 όταν άρχισαν να εγκαθίστανται στην Κρήτη, στην περιοχή της Μεσσαράς στο Τυμπάκι τα πρώτα θερμοκήπια. Αυτή η δουλειά βεβαίως δεν γινόταν με μηχανήματα όπως σήμερα. Έπρεπε να σκαφτούν με τα χέρια, εκατοντάδες λακουβάκια όπου θα έμπαιναν τα κοντάρια και θα σήκωναν το πλαστικό. Η δουλειά αυτή έπρεπε να γίνει με λοστάρια.
Αυτή θα ήταν η δουλειά των μεγάλων, να ανοίγουνε λακουβάκια με λοστάρια. Το χώμα όμως από τα λακουβάκια, αυτό το γόνιμο κόκκινο χώμα της Μεσσαράς, ποιος θα το έβγαζε; Να σκάβεις με λοστάρι και κάθε τόσο να γονατίζεις και να καθαρίζεις το χώμα, θα ήταν εξαντλητικό. Να πληρώνεις μεροκάματα σε εργάτες απαγορευτικό, τα διαθέσιμα χρήματα ήσαν πολύ λίγα. Έπρεπε να βρεθεί μια λύση εντός της εκτεταμένης, της ευρείας οικογένειας. Και η λύση αυτή ήταν τα παιδιά της οικογένειας.
Ο θείος ο Μανόλης και ο κουνιάδος του ο Μπάμπης θα έσκαβαν και εμείς τα κοπέλια, τα ανήψια θα έπρεπε να μετακομίσουμε για ένα μήνα στο Τυμπάκι. Ήταν σκληρή δουλειά Όλη μέρα στο μεσσαρίτικο (σχεδόν αφρικανικό) λιοπύρι, σε θερμοκρασίες 50ο C κουκουβιστοί (σκυφτοί) στα τέσσερα καθαρίζαμε λακουβάκια. από το πρωί ως το απόγευμα, το θερμοκήπιο έπρεπε να τελειώνει γρήγορα. Δεν θυμάμαι να διαμαρτυρόμασταν. Δουλειά όλη μέρα με πλάκες και καλαμπούρια μες στον ήλιο. Aνταμοιβή οικονομική ασφαλώς δεν είχαμε. Ένα υποβρύχιο βανίλια, μια γαζόζα και κανένα σινεμά καλοκαιρινό, την Κυριακή μπάνιο στο λιβυκό πέλαγος. Δεν θυμάμαι να ζητούσαμε κάτι παραπάνω. Η ζωή κυλούσε όμορφα.
Σήμερα, 44 χρόνια μετά σκέφτομαι ότι τότε εμείς τα κοπέλια κάναμε αυτό που σήμερα λένε οι ειδικοί «build up character» δηλαδή δυναμώναμε μέσα σε σκληρές συνθήκες για να αντιμετωπίσουμε μια ζωή δύσκολη που μας περίμενε. Εργαζόμασταν σκληρά, πειθαρχούσαμε σε ωράρια και εντολές, βοηθούσαμε ο ένας τον άλλον. Αισθάνθηκα υπερήφανος που είδα στο τέλος να υψώνεται, πελώριο στα μάτια μου, το θερμοκήπιο που είχα χτίσει και εγώ με τα χέρια μου.
Ήταν τότε που η εκπαίδευση των παιδιών δεν ήταν υπόθεση μόνο των σχολείων.
Ο ιδρώς του θείου Μανόλη που έσταζε στο πρόσωπό μου καθώς μαζί παλεύαμε με το χώμα, είναι ίσως το πολυτιμότερο πτυχίο που έχω κερδίσει.
Ευάγγελος Σπινθάκης
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Φίλε Βαγγέλη όμορφες εικόνες περνάνε απ' το κείμενο σου στη φαντασία. Κάποια στιγμή στη σύγχρονη ιστορία του τόπου μας η γλυκιά δημιουργική κούραση που ζωντάνεψες με τις λέξεις σου, αντιμετωπίσθηκε σαν αρρώστια, και γιατρικό έγινε η αποφυγή της, με μεγαλύτερο καταφύγιο γιά πολλούς που το μπορούσαν και το επιδίωκαν, το δημόσιο. Σκέφτομαι πόσα απ' αυτά που γράφεις θα έδιναν την πραγματική λύση στα τόσα αδιέξοδα του σήμερα. Με το κείμενο σου επανατοποθετείς τις αξίες, και δίνεις απαντήσεις. Κρατάω την εικόνα του Λιβυκού, σαν το πολύτιμο δώρο της ημέρας που περιγράφεις, που φτάνει να ξαναγεμίσει με κέφι το ζωντανό άνθρωπο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΒαγγέλη, καταπληκτική ζωγραφιά!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστούμε.