Θεολόγος στην «επιστήμη», νεαρός στην ηλικία, εργένης στην προσωπική του ζωή, ίσως καλό παιδί κατά βάθος, προσπάθησε με το δικό του πρωτότυπο τρόπο να μας εντυπωσιάσει, να κερδίσει το σεβασμό μας και στο τέλος να μας επιβληθεί. Νεαρός με εμφανή την επαρχιώτικη καταγωγή και κουλτούρα και ιδιαίτερα το Κεφαλλονίτικο ιδίωμα. Μετά τις απαραίτητες συστάσεις μας ανακοίνωσε ότι ξέρει καράτε. Έτσι λοιπόν εμείς μόλις μάθαμε με ποιόν έχουμε να κάνουμε, διώξαμε κάθε κρυφή διάθεση φασαρίας, καζούρας, και άλλων κακών σκέψεων, κανείς δεν ξέρει όταν έχει απέναντί του μαύρη ζώνη. Βασικά βαριόμασταν μέχρι αυτοκτονίας μ’ αυτόν και το μάθημά του και την περισσότερη ώρα ασχολιόμασταν με τα σοβαρά μαθήματα ή παίζοντας διάφορα πνευματικά παιχνίδια υψηλού επιπέδου, όπως ναυμαχία και κρεμάλα τότε δεν είχε εφευρεθεί ακόμη το Sudoku. Όταν προέκυπτε κέφι ή κάποιος βαριόταν το μονότονο πέρασμα της ώρας αποφάσιζε να αλλάξει τη διάθεση της τάξης ξεκινώντας το μεγάλο παιχνίδι που μας χαρακτήριζε σαν τάξη και έγινε μια εκφραστική μας ιδιαιτερότητα. Αν λοιπόν κάποιος κοιμόταν ή ήταν σηκωμένος για μάθημα έβλεπε, ή διαπίστωνε όταν ξύπναγε, την τσάντα του να φεύγει απ’ τη θέση που ήταν τοποθετημένη συνήθως δίπλα στο θρανίο με την εντολή να πάει πίσω. Ο αποδέκτης της τσάντας πειθαρχημένα την έδινε στον πιο πίσω με την ίδια εντολή. Στο τέλος της διαδρομής η τσάντα ετοποθετείτο στα τελευταία θρανία και με ταχυδακτυλουργικό τρόπο άλλαζε σειρά ώστε δύσκολα ο κάτοχος να μπορεί να τη βρει ή θα έπρεπε να κάνει σλάλομ για να την εντοπίσει. Ήταν φοβερή η απόγνωση εκείνου που ‘λεγε μάθημα και έβλεπε την τσάντα του να κάνει φτερά και προσπαθούσε μάταια να παρακολουθήσει τη διαδρομή της και ταυτόχρονα να λέει μάθημα. Ο Μαρκάτος βέβαια που δεν γνώριζε το λόγο που ανάμεσα στο μάθημα άκουγε «άσε κάτω τη τσάντα ρε» από τον εξεταζόμενο ή άλλα διάφορα και άσχετα με το μάθημα εκνευριζόταν ύψωνε τη φωνή απειλούσε και αμέσως μετά μετανοιωμένος έπαιρνε το γνωστό χριστιανικό του ύφος και προσπαθούσε να αποκωδικοποιήσει τι σημαίνουν αυτά που ακούστηκαν σε σχέση με την χριστιανική ηθική που δίδασκε. Όταν η εξέταση τέλειωνε πάλι έκπληκτος έβλεπε τον εξεταζόμενο αντί να κάτσει στο θρανίο του να πορεύεται σε άλλους δρόμους προκειμένου να βρει την τσάντα του και μάλιστα να παρακολουθεί φιλονικία μεταξύ θύματος και υποτιθέμενου αυτουργού. Είχε δε φτάσει το ταξίδι της τσάντας σε τέτοια προχωρημένα επίπεδα που σχεδόν ήταν δεδομένο ότι όποιος έλεγε μάθημα έχανε την τσάντα, και μπρος στην βέβαιη απώλεια δεν ήταν λίγοι εκείνοι που έπαιρναν την τσάντα μαζί στον πίνακα με διάφορες δικαιολογίες στον έκπληκτο καθηγητή. Μύλος…
Α.Λ (pt41)
Βέβαια σ΄αυτό το ρομαντικό ταξίδι της τσάντας, μη ξεχνάμε ότι το τελευταίο λιμάνι ήταν η στοργική αγκαλιά του Σκοπελίτη που γεμάτος αγάπη και κατανόηση πολλές φορές την πέταγε έξω από το παράθυρο προς γενική ικανοποίηση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤέτοια ήταν η αφοσίωση του συμμαθητή μας σ΄αυτό το καθήκον που μια φορά διαπίστωσε ότι η τσάντα που πέταξε έξω ήταν η δική του!!!
Ενα μεσημέρι απογευματινοί είμασταν ο Αντώνης ο Λουκόπουλος καθόταν στη σειρά προς τα παράθυρα και διάβαζε το μάθημα που θα είχαμε την επόμενη ώρα προφανώς για να προλάβει. Φυσικά η τσάντα του εξαφανίσθηκε. Κάποια στιγμή έσκυψε να ψάξει κάποιο τετράδιο δεν την βρήκε και αγχωμένος γύρισε τριγύρω βρίζοντας. Στη μεσαία σειρά απέναντί του καθόταν ο άλλος Αντώνης ο Αθανασόπουλος που γέλαγε με κάτι άσχετο. Ο Λουκόπουλος νομίζοντας ότι αυτός την πήρε και παρα τις διαμαρτυρίες του Αθανασόπουλου άρχισε τον καυγά. Οι διπλανοί οπως πάντα χωρίστηκαν σε δυό ομάδες οι μισοί με τον ένα οι άλλοι με τον άλλο. Ο καυγάς έληξε με την είσοδο του καθηγητή κι η τσάντα του Λουκόπουλου αναπαυόταν στο μπαλκόνι έξω απ' το παράθυρο μέχρι την επόμενη ώρα.
ΑπάντησηΔιαγραφήδεν τον περναμε στα σοβαρα.ποτε δεν τον ακουγαμε κοινως τον γραφαμε.μονο στο τελευταιο μαθημα πριν κλεισει το σχολειο και παμε για πανελληνιες αρχισε το κηρυγμα ασχετο με τα θρησκευτικα.στην αρχη τον αγνοησαμε και συνεχισε η οχλαγογια.τα αστερια τον χαβα τους.... σιγα σιγα ομως σταματησε και αρχισαμε να τον ακουμε.εβγαζε λογο για την ζωη και το μελλον μας.τελειωσε λεγοντας.βαλτε εναν στοχο στην ζωη σας και μην αφησετε να παρασει ουτε μερα χωρις να κανετε κατι γιαυτον.τοτε ακουστηκε ενα μπραβοοοο και αλλα διαφορα εισαι ο πατερας μας απο τον μακη πεσμας κιαλλα απο τον γκαγκα.κλπ ετσι τελειωσαμε με σφυριγματα.ο κουκλος εριξε την ιδεα να τον σηκωσουμε στα γερια.τελικα σηκωσε το χερι χαιρετησε και εφυγε.ολοι χαιρετησαμε ωραιο ρε πουλη και τι εφταιγε αυτο το ησυχο και τοσο καλο παιδι που ποτε δεν διαμαρτυρηθηκε για τιποτε.τεσπαν φιλαρακια.η κουβεντα του ομως μουμεινε και με ακολουθει ακομη.ναναι καλα .
ΑπάντησηΔιαγραφή